Δευτέρα 13 Μαρτίου 2023

Ο Θεός δεν ξεχνάει...

 Ο πεθερός μου έχει άνοια. Τα πέντε τελευταία χρόνια παρακολουθούμε έναν άνθρωπο από εβδομήντα οκτώ χρονών να γίνεται οκτώ, έξι, τέσσερα, δύο. Η αυτοεξυπηρέτηση και η επικοινωνία του μειώνονται με γεωμετρική πρόοδο. Είναι ένας από τους εκατομμύρια ανοϊκούς ασθενείς, και εγώ με τη σύζυγο μου δύο από τα εκατομμύρια «φροντιστών», ανθρώπων που χρειάζονται βοήθεια. Η ιστορία μας δυστυχώς, δεν είναι καθόλου σπάνια. Με αφορμή αυτό που μας συμβαίνει όμως, θα ήθελα να μοιραστώ μερικά βιώματα και σκέψεις.

   Όπως έχω ξαναγράψει, στο άμεσο περιβάλλον μου υπάρχουν άνθρωποι της εκκλησίας που ιδέα δεν έχουν για την «απομάκρυνσή» μου από τον Θεό. Όταν μιλάω μαζί τους λοιπόν και  ρωτούν για τον πεθερό μου, συνήθως ακολουθούν κάποιες από τις παρακάτω ατάκες και διάλογοι:


«-Ο Θεός βλέπει και θα σε ανταμείψει.

-Ευτυχώς γιατί χωρίς ανταμοιβή δεν θα έκανα τίποτα.

-Εεε, όχι δεν εννοούσα αυτό.

-Ναι μωρέ, το ξέρω, αστειεύομαι. Δέχομαι και bitcoins, πάντως.»


Η ανταμοιβή και η τιμωρία φαίνεται να είναι το σχεδόν αποκλειστικό δίπολο κίνητρων, πολλών πιστών. «Αν κάνεις ό,τι λέει το ιερό βιβλίο, θα αμειφθείς. Αν όχι, θα τιμωρηθείς».  Όμως ούτε πιστεύω πλέον ότι κάποιος Θεός με βλέπει, ούτε περιμένω να με ανταμείψει ή να με τιμωρήσει αναλόγως, πότε. Και η απουσία Θεού παρατηρητή καθόλου δεν με αποτρέπει από το να απευθύνομαι στον πεθερό μου καθησυχαστικά σαν μωρό όταν κάνει κάποια ζημιά αντί να του μιλάω απότομα, γιατί καταλαβαίνω ότι έχει την αντίληψη μωρού. Όπως καταλαβαίνω ότι ενώ δύο λεπτά μετά δεν θα θυμάται καθόλου τι έγινε, το συναίσθημα παραμένει. Ακόμη όμως και να μην καταλαβαίνει ή να μην θυμάται κάποιος, ακόμη κι αν δεν σε βλέπει κανείς, γιατί να του φερθείς «άσχημα»; Όχι, δεν έχω άπειρη υπομονή. Άνθρωπος είμαι. Σίγουρα έρχονται οι στιγμές που κουράζομαι και αγανακτώ. Με την κατάσταση όμως, όχι με τον ίδιο, που δεν φταίει καθόλου για την ασθένειά του. Μπορείς να θυμώσεις με ένα παιδί δύο χρονών, που βρήκε μαρκαδόρους και ζωγράφισε στον τοίχο;


«-Όποιος φροντίζει ηλικιωμένο είναι σαν να χτίζει μοναστήρι.

-Μοναστήρι; Μοναστήρια έχει πολλά, χάθηκε να χτίζει κανένα σχολείο ή νοσοκομείο;»


Αυτό με το μοναστήρι ομολογώ ότι δεν το είχα ξανακούσει μέχρι που μου το είπε η θεία από το χωριό. Ακούω άλλα παρόμοια για το πόσο θεάρεστο είναι να γηροκομεί κανείς τους γονείς του. Λες και υπήρξε ποτέ ανθρώπινη κοινωνία που δεν φρόντιζε τους γηραιότερους. Λες και χρειαστήκαμε τον 2.500 ετών Θεό να μας πει ότι πρέπει να βοηθάμε τους γονείς μας. Λες και δεν βλέπουμε αντίστοιχες συμπεριφορές και στο υπόλοιπο ζωικό βασίλειο.
Το να κάνεις καλό σε κάποιον, είναι καλό από μόνο του, αυτοσκοπός. Μόνο στο μυαλό ενός πιστού θα μπορούσε το καλό προς τον συνάνθρωπο να συγκριθεί και να εξισωθεί με το χτίσιμο ενός μοναστηριού, ενός χώρου σχεδόν μισάνθρωπου αναχωρητισμού από τα εγκόσμια. Να συνδεθεί η αγάπη και ο αλτρουισμός με την αυτοπεριφρόνηση και τον αυτοβασανισμό. Το καλό προς τον συνάνθρωπο πρέπει να εμπνέει ακόμη περισσότερο καλό προς τον συνάνθρωπο, όχι στείρα ομφαλοσκόπηση και απομόνωση. Η φροντίδα των άλλων είναι ιερή από μόνη της, δεν χρειάζεται τις ευλογίες καμίας θρησκείας. 


«Κάθε μέρα προσεύχομαι για σας και την Κυριακή ανάβω ένα κερί να σας δίνει δύναμη ο Θεός»
«-Έδωσα τα ονόματά σας να διαβαστούν στην εκκλησία, “υπέρ υγείας”

-Ελπίζω να μην έκανες λάθος και μας έβαλες στα “υπέρ αναπαύσεως”».


Χωρίς να αμφισβητώ την καλή πρόθεση των πιστών που νιώθουν πως βοηθούν έτσι, και χωρίς να θέλω να ακουστώ χυδαίος ή προσβλητικός, λυπάμαι αλλά σκέφτομαι αυτομάτως τον παραλληλισμό με τον αυνανισμό. Αυτός που προσεύχεται νιώθει καλά, αλλά είναι ο μόνος που ικανοποιείται από την πράξη του. Κάνει την προσευχή του, γράφει το όνομά σου σε ένα χαρτάκι και το δίνει στην εκκλησία να το διαβάσουν, και κοιμάται τον ύπνο του δικαίου, ικανοποιημένος με τον εαυτό του. Δυο χέρια που βοηθούν όμως, είναι πάντα πολύ πιο χρήσιμα από δυο χέρια που προσεύχονται. Και οι μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού άνθρωποι που μας έχουν βοηθήσει όντως -είτε πιστεύουν είτε όχι- δεν επικαλέστηκαν κανένα Θεό, καμία προσευχή, καμία εκκλησία. 


«Ο Θεός να σας δίνει δύναμη, κουράγιο και υπομονή».


Οι προσευχές, τα φυλαχτά, οι καλοί οιωνοί, η αποστολή «θετικής ενέργειας», είναι ψυχολογικά placebo για κάποιους. Καθώς όμως δεν πιστεύω σε οτιδήποτε μεταφυσικό, ένα τέτοιο placebo δεν μπορεί να λειτουργήσει σ’ εμένα. Και δυστυχώς η επώδυνη αλήθεια ακόμη και για έναν πιστό, είναι πως η «βοήθεια» της προσευχής έχει όρια. Η πίστη ότι μας βοηθά κάποιος θεός, δεν μας δίνει δυνάμεις που δεν έχουμε ούτε αλλάζει την πραγματικότητα. Η θετική ψυχολογία δεν αντικαθιστά την εξωτερική ψυχολογική και σωματική υποστήριξη. Η «μαρτυρική» εξάντληση του φροντιστή μόνο κακό κάνει τόσο στον ίδιο όσο και στον φροντιζόμενο. Χρειάζεται ξεκούραση και πραγματική, ουσιαστική εξωτερική βοήθεια, όχι κομποσχοίνια. Κατανόηση της κατάστασης και σωστό μέτρημα «πόρων» και δυνάμεων, όχι απόθεση των ελπίδων σε θεϊκές παρεμβάσεις και άνωθεν βοήθειες που δεν έρχονται ποτέ.


«Ο Θεός ξέρει πόσα βάσανα αντέχει ο καθένας».


Αν αυτό ισχύει, ο Θεός δεν είναι πανάγαθος αλλά μεγάλος σαδιστής γιατί πολλοί άνθρωποι δεν αντέχουν όσα τους συμβαίνουν, τα κουβαλούν μέσα τους ως το τέλος της ζωής τους, υποφέρουν από ψυχολογικά προβλήματα, φτάνουν σε ακρότητες. Είναι άδικος, επειδή για κάθε έναν που ευτυχώς έχει ανθρώπους γύρω του να τον φροντίσουν, υπάρχουν εκατομμύρια που υποφέρουν μόνοι και αβοήθητοι.
Ποιο πανάγαθο σχέδιο περιλαμβάνει ανθρώπους που βλέπουν με τρόμο να χάνουν τις σωματικές και νοητικές τους δυνατότητες, την προσωπικότητά τους, τις αναμνήσεις τους; Που δεν αναγνωρίζουν τους ανθρώπους γύρω τους; Που από ασθένεια ή ατύχημα βρίσκονται τελικά καθηλωμένοι σ’ ένα αμαξίδιο, σ’ ένα κρεβάτι; Ποια θεϊκή δικαιοσύνη και ποιο ανώτερο σχέδιο περιλαμβάνει ανθρώπους που αφού αγωνίστηκαν μια ζωή με αξιοπρέπεια, περνούν τα τελευταία τους χρόνια τους άρρωστοι, βρώμικοι, παρατημένοι, πολλές φορές χωρίς επίγνωση της κατάστασής τους; Πού είναι ο Θεός για τον κάθε «τρελό του χωριού», που περνά μια ζωή χλεύης και περιφρόνησης αιώνες τώρα, μέσα σε «καλές χριστιανικές κοινωνίες»; Η μόνη πραγματική ανακούφιση δεν έρχεται από τον ουρανό, αλλά από τη Γη. Από την ιατρική. Από ανθρώπους που ενδιαφέρονται και στηρίζουν άλλους ανθρώπους.  Από την Ανθρώπινη διάνοια που απαλύνει τον ανθρώπινο πόνο.


«Ο ίδιος δεν θυμάται τι κάνεις γι’ αυτόν ή ποιος είσαι, αλλά ο Θεός δεν θα σε ξεχάσει».


Όταν βοηθάς κάποιον που έχει ανάγκη, σημασία έχει η πράξη όχι η αναγνώρισή και η ανταμοιβή της. Φανταστείτε να σκέφτονταν έτσι οι διασώστες, οι πυροσβέστες, οι γιατροί. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει και παρακολουθεί κάποιος θεός, για να με ανταμείψει. Ακόμη κι αν υπήρχε και παρακολουθούσε όμως, δεν θα ενέκρινε τον υστερόβουλο αλτρουισμό.

Η ζωή είναι μια σειρά στιγμών, κι ο άνθρωπος ον με συναισθήματα. Θέλουμε να είναι ευχάριστη κάθε στιγμή της ζωής μας, είτε τη θυμόμαστε, είτε όχι. Μπορεί να ξεχνάμε τα γεγονότα αλλά η αίσθηση, καλή ή κακή, παραμένει. Μήπως εμπόδισε ποτέ κανέναν το «δεν θυμάμαι τι έγινε χθες από το αλκοόλ», να ξαναπιεί και να διασκεδάσει; Μήπως θέλει κανείς να ζήσει σεισμούς, βομβαρδισμούς, ασθένειες, με την υπόσχεση ότι θα βγει ζωντανός και θα αποζημιωθεί; Κάθε στιγμή που υποφέρουμε ακόμη κι αν την ξεχάσουμε, αφήνει πίσω της συναισθήματα που κάποιες φορές δεν φεύγουν ποτέ. Κανένας πανάγαθος θεός δεν θα επέτρεπε έστω και μια στιγμή φρίκης και οδύνης με αντάλλαγμα κάποια μακρινή μετά θάνατον αιώνια ανταμοιβή.

Η δική μου επίγεια ανταμοιβή είναι η χαρά στα μάτια του όταν με βλέπει, κι ας μην έχει ιδέα ποιος είμαι. Είναι το «θαύμα» που περιγράφουν πολλοί φροντιστές ατόμων με άνοια:
Καμιά φορά, όταν τον ρωτάω «ποιος είμαι εγώ, ξέρεις;», αντί να προσπαθήσει -ματαίως- να θυμηθεί το όνομα ή τη συγγένειά μας, του βγαίνει ένα αυθόρμητο: «Είσαι… είσαι ένας πολύ καλός άνθρωπος».
Κι αυτό μου αρκεί.




«Τι είναι αυτό;» Η συγκλονιστική πεντάλεπτη ταινία για την άνοια:
https://www.youtube.com/watch?v=AuMV-DiBl3Q

Εικόνα - Γιάννης Δήμου «Ο τρελός του χωριού».
https://www.ifocus.gr/visual-stories/the-story-behind-the-image/3286-1976

[…] Εδώ είναι ο τρελός του χωριού που είναι μόνος του, εξοστρακισμένος και παρακολουθεί τι κάνουν οι άλλοι. Ήταν συνταρακτικό, γιατί τη στιγμή που τον φωτογράφισα όλο το χωριό γλεντούσε κι αυτός παρακολουθούσε από απόσταση, ολομόναχος. Έχω τραβήξει τέσσερις φωτογραφίες νομίζω, περιμένοντας αυτή την στιγμή. Ήμασταν μόνο αυτός κι εγώ και θυμάμαι ότι έκλαιγα.”