Δευτέρα 17 Αυγούστου 2020

Υπακοή στον γέροντα

Η εξομολόγηση είναι ένα από τα επτά ιερά Μυστήρια της εκκλησίας. Ο πιστός εξομολογείται ό,τι τον βαραίνει στον πνευματικό, και παίρνει άφεση αμαρτιών. Ξεπερνώντας το δικηγορικό και το ιατρικό απόρρητο, τα όσα λέει ο πιστός στον εξομολόγο μένουν για πάντα μεταξύ τους. Mπορεί να λέγονται στον πνευματικό, αλλά τα ακούει ο Θεός.  

Δεν πιστεύω βέβαια ότι αν υπήρχε Δημιουργός του κόσμου, θα επιθυμούσε ή θα καθόταν να ακούει εξομολογήσεις. Εξάλλου, είναι παντογνώστης, τα ξέρει πριν εξομολογηθείς.

Ακόμη όμως κι αν άκουγε ο Θεός, δεν είναι αυτός που απαντάει μέσω του στόματος του εξομολόγου. Αλλιώς οι πιστοί δεν θα έψαχναν «έναν καλό πνευματικό», θα ήταν όλοι Θεόπνευστα καλοί. Και το «καλός» για μια ακόμη φορά είναι υποκειμενικό. Για την ίδια «αμαρτία» διαφορετικοί πνευματικοί θα δώσουν διαφορετικά επιτίμια. Ο δογματικός θα επιβάλει μετάνοιες και προσευχές, ο συμβατικός θα συμβουλεύσει ανάλογα με την ερμηνεία του στις γραφές, ο ανοιχτόμυαλος θα προσεγγίσει το θέμα ίσως πιο «κοσμικά», πιο ανθρώπινα. Και ο πιστός θα επιλέξει και θα προτείνει έναν πνευματικό ως «καλό» ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του.  Υπακοή λοιπόν στον πνευματικό, και μάλιστα απόλυτη. Αυτό επιτάσσει το δόγμα υπό το πρίσμα του Μυστηρίου. Θυμάμαι έντρομος ιστορίες «αυστηρών γερόντων» που έβαζαν τρομερά επιτίμια στους αμαρτωλούς εξομολογούμενους. «Ήταν σαν να με κοιτούσε ο ίδιος ο Θεός στα μάτια θυμωμένος». Απίθανοι άνθρωποι σε θέση εξουσίας.

Όποιος και να είναι ο πνευματικός όμως, ο κίνδυνος λανθασμένων συμβουλών είναι μεγάλος, αφού αυτές πηγάζουν από το μυαλό του ιερέα που ούτε ψυχίατρος είναι, ούτε έχει εξειδικευμένες γνώσεις για κάθε πρόβλημα. Σε πολλές περιπτώσεις, ειδικά αν είναι ιερομόναχος, δεν έχει καν εμπειρία από τον κόσμο, τις σχέσεις με το άλλο φύλο, την κοινωνική πραγματικότητα.


Αναρωτιέμαι λοιπόν:


 Πόσοι πνευματικοί «επέβαλαν» την παραμονή συζύγων και παιδιών σε σχέσεις κακοποίησης επειδή οι γραφές λένε, «ους ο Θεός συνέζευξε, άνθρωπος μη χωριζέτω» αλλά και «τίμα τη μητέρα και τον πατέρα σου»; Προσωπικά γνωρίζω αρκετές περιπτώσεις.


Πόσοι πνευματικοί καταπατούν το απόρρητο της εξομολόγησης «κατά θείαν οικονομίαν», «για την σωτηρία της ψυχής», μεταφέροντας τα μυστικά σε γονείς, συντρόφους ή την αστυνομία; Πόσο δύσκολο είναι ένας ασυνείδητος ιερέας να γίνει καταδότης; Ποιος έχει μεγαλύτερη εξουσία, από αυτόν που ξέρει τα πιο βαθιά και πιο βρόμικα μυστικά όλων;


Πόσοι πνευματικοί εκμεταλλεύτηκαν υλικά τους πιστούς, σωματικά τις πιστές ή κακοποίησαν παιδιά με πρόφαση ένα διεστραμμένο δικής τους επινόησης επιτίμιο και «εις άφεσην αμαρτιών»;Έχουν ξεσπάσει αρκετά σκάνδαλα κατά καιρούς, δυστυχώς όμως οι περισσότερες περιπτώσεις θα μείνουν για πάντα κρυφές, βάρος στην καρδιά των παθόντων.

Πόσοι ομοφυλόφιλοι προσπαθούν μέσα από την εξομολόγηση  να αρνηθούν ΤΗ ΦΥΣΗ τους που η θρησκεία λέει ότι είναι λάθος και κατάπτυστη αμαρτία; Πόσοι εξομολογούνται ξανά και ξανά το «άνομο πάθος τους» αλλά όπως είναι αναμενόμενο δεν βρίσκουν λύτρωση; Πόσοι  νιώθουν αμαρτωλοί, ένοχοι μπροστά στον Θεό για όλη τους τη ζωή και καταφεύγουν σε ακρότητες, κλείνονται σε μοναστήρια, αυτομαστιγώνονται κυριολεκτικά και μεταφορικά, αυτοκτονούν; Πόσοι πιστεύουν ότι τους περιμένει αιώνια καταδίκη επειδή δεν μπορούν να αντισταθούν στον «δαίμονα της ομοφυλοφιλίας»; 


Είναι αφύσικο και άρρωστο να πηγαίνεις ενάντια στη φύση σου, επειδή κάποια θεολογία αποφάσισε ότι είναι αμαρτία. Και εντελώς αντιφατικό, να σε τιμωρεί ο Θεός για τη φύση που ο ίδιος σου έδωσε. Για μια φύση που δεν μπορείς να αλλάξεις.  Η ερωτική επιθυμία προκύπτει ενστικτωδώς, δεν είναι θέμα παιδείας, γούστου ή επιλογών. Είναι σαν  να σου λένε πως να είναι αμαρτία να σου αρέσουν τα δημοτικά, και πρέπει να τα απαρνηθείς για πάντα ή αντί αυτών να ακούς ΚΑΙ ΝΑ ΣΟΥ ΑΡΕΣΕΙ η κλασική μουσική. Είναι απλώς αδύνατο.

 Για τους πατέρες πάντως, κακώς τολμάμε να έχουμε γνώμη. Πίσω από τις καλύτερες προθέσεις μας (για μια ακόμη φορά) μπορεί να κρύβεται ο διάβολος. Ακούμε τον πνευματικό, ακόμη κι αν κάνει λάθος:


«Ο Διάβολος λέγεται «πλεονέκτης» (βλ. Β΄Κορ. 2,11). Γιατί; Γιατί μας πολεμάει και εκ δεξιών, και με τα καλά έργα δηλαδή. Δεν μας λέει μόνο, π.χ., να καταλύσουμε την νηστεία, αλλά και να τηρήσουμε αυστηρή νηστεία, για να μας ρίξει στην υπερηφάνεια• γι’ αυτό η ασφάλεια είναι να ρωτάμε σε όλα τον Γέροντα.

Κι αν ακόμα ο Γέροντας είναι ατελής και δεν δίνει καλές συμβουλές στα τέκνα του, όμως αυτά πρέπει να τον υπακούουν και ο Θεός θα ευλογήσει πλούσια την αρετή αυτής της υπακοής τους• και θα κερδήσουν, λοιπόν, έτσι πολλή ωφέλεια από τον ατελή έστω Γέροντά τους».

(Πηγή: https://www.askitikon.eu/agiologio/ofelima-psychis/18777/ypakoi-ston-geronta-se-ola-nese-ola/ )

Παραδόξως, παρά τη σοβαρότητα και την ιερότητα του Μυστηρίου οι χριστιανοί μπορεί να κάνουν υπακοή στα επιτίμια με προσευχές και μετάνοιες, αλλά δεν αλλάζουν στάση ζωής. Αλλιώς κάποια στιγμή θα σταματούσαν τις εξομολογήσεις επειδή δεν θα είχαν τι να πουν. Εξομολογούνται ότι είναι μέθυσοι, κακότροποι, κλέφτες, γενικά ό,τι βαραίνει τον καθένα, και παίρνουν άφεση αμαρτιών για να νιώσουν καλά μέχρι την επόμενη φορά. Η εξομολόγηση αφήνει ανοιχτό το παράθυρο της επανάληψης. Ο πιστός δεν προσπαθεί να σταματήσει αυτό που κάνει. Ζητάει συγνώμη και βοήθεια από τον Θεό, αλλά δεν σταματά τη λάθος συμπεριφορά του. Αν κυλήσει πάλι, φταίει η ρυπαρή του φύση και ο διάβολος.


Σε περίπτωση που υπάρχει άνθρωπος θύμα της αμαρτίας κάποιου, η εξομολόγηση ΔΕΝ τον βοηθά καθόλου. Και η συγχώρεση από τον Θεό, δεν είναι σε καμία περίπτωση συγχώρεση από το θύμα. Ένα παιδί που κακοποιείται, θα κακοποιηθεί ξανά και ξανά. Η εξομολόγηση του γονιού στον Θεό είναι ένα άλλοθι, μια δικαιολογία στον εαυτό του ώστε να το ξανακάνει. Δεν ζητά συγνώμη από το παιδί του, που έχει κάθε δικαίωμα να μην τον συγχωρέσει, ειδικά όταν δεν αλλάζει στάση. Και τι νόημα θα είχε η συγνώμη όταν το κακό επαναλαμβάνεται; Κούφια λόγια.


Δεν θεωρώ την εξομολόγηση ως αποτελεσματική μέθοδο αλλαγής στάσης ζωής. Η μετάνοια πρέπει να είναι κυριολεκτική, να μετά-νοείς να αλλάξει ο τρόπος που σκέφτεσαι. Να μην είναι απλώς μια συγνώμη και μια άφεση. Αλλάζουμε πραγματικά όταν συνειδητοποιήσουμε ότι οι πράξεις μας κάνουν κακό στους άλλους ή τον εαυτό μας, και δεν ΘΕΛΟΥΜΕ πλέον να συμβαίνει αυτό. Μετανοούμε όταν ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΜΕ πλέον να φερόμαστε λάθος.

Επίσης, (ξανά), για να έχει νόημα η αλλαγή, δεν σταματάς να κλέβεις στο ζύγι για να μη σε τιμωρήσει ο Θεός ή επειδή ο Θεός λέει ότι είναι λάθος. Σταματάς γιατί έρχεσαι στη θέση αυτού που κλέβεις και δεν θα ήθελες να σου συμβεί κι εσένα. Σταματάς να δέρνεις τη γυναίκα σου επειδή ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΕΣΑΙ ότι τη βλάπτεις, ότι δεν έχεις κανένα δικαίωμα, επειδή νιώθεις άσχημα που τη χτύπησες και δεν θέλεις να ξανανιώσεις έτσι ούτε εσύ ούτε εκείνη. Αν αυτό που σε σταματά είναι η υπακοή στον πνευματικό ή ο φόβος της τιμωρίας, δεν έχει αλλάξει τίποτε μέσα σου.




2 σχόλια:

  1. Καλημέρα!
    Μόλις εχθές έπεσε στην αντίληψή μου το blog σου..
    Μου κάνει εντύπωση διότι, έχοντας περάσει από τον εκκλησιαστικό χώρο, τα βιώματα που περιγράφεις μοιάζουν εξαιρετικά με τα δικά μου!!
    Ορίστε το δικό μου blog εάν θες να ρίξεις μια ματιά: https://theosekklisia.blogspot.com/

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλημέρα, Γιάννη. Από μια σύντομη ματιά φαίνονται ενδιαφέροντα όσα γράφεις, θα το κοιτάξω αμέσως μόλις έχω χρόνο.
    Τα ποστ μου ανεβαίνουν και στο facebook για ευκολότερο σχολιασμό https://www.facebook.com/LosingGod

    ΑπάντησηΔιαγραφή